“Έδυσε” ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, “έφυγε” ο τεράστιος Μίκης Θεοδωράκης

Από Στις 3 Σεπτεμβρίου, 2021

Ο Μίκης Θεοδωράκης “έφυγε” σε ηλικία 96 ετών αφήνοντας πίσω του ανεκτίμητη παρακαταθήκη, πήγε να συναντήσει τους φίλους που τον περίμεναν, τον Ελύτη, τον Χατζιδάκι, τον Σεφέρη, τον Κατράκη, τον Ρίτσο…

Ακόμη πιο “φτωχή” από σήμερα η Ελλάδα ύστερα από το χαμό του κορυφαίου δημιουργού Μίκη Θεοδωράκη. Αστείρευτος μουσικοσυνθέτης και αγωνιστής έχει συνδεθεί με τις σημαντικότερες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της χώρας μας. Η ιδεολογία, η στάση ζωής, το σημαντικό του έργο θα τον κρατούν πάντα ζωντανό στην καρδιά και τη μνήμη μας. “Φεύγει” αφήνοντας πίσω του βαριά κληρονομιά…

Πάντρεψε το λαϊκό τραγούδι με την ποίηση κάνοντας όλο τον κόσμο να τραγουδάει τους στίχους του Ρίτσου, του Ελύτη, του Νερούντα, του Λειβαδίτη, του Χριστοδούλου, του Κατσαρού, του Σικελιανού, του Κάλβου, του Αναγνωστάκη, του Λόρκα και τόσων άλλων. Η μελοποίηση ποιημάτων έχει θεωρηθεί ως ο “κεντρικός πυλώνας της δημιουργικότητάς του”, οι στίχοι μεγάλων ποιητών γίνονται έτσι προσιτοί στο ευρύ κοινό και περνάνε από στόμα σε στόμα.

Ο ίδιος, όταν ήταν κρατούμενος στις φυλακές Ωρωπού, έγραψε: “Εν αρχή ήν ο λόγος… η μεγαλύτερή μου φιλοδοξία είναι να υπηρετήσω πιστά τη νεοελληνική κυρίως ποίηση. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε ακούγοντας ένα τραγούδι, να μη μπορείς να φανταστείς τη μουσική σε άλλο κείμενο, ούτε όμως και το ποίημα με διαφορετική μουσική”.

Μίκης Θεοδωράκης

Η μουσική του φτάνει στα πέρατα του κόσμου, ένα τεράστιο μουσικό έργο που αντανακλά τις αγωνίες, τις αξίες, τον πολιτισμό του ελληνισμού.

Η φήμη του ξεπέρασε από νωρίς τα σύνορα της χώρας. Συνέθεσε τον πιο αναγνωρίσιμο, ίσως, ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι από την ταινία “Αλέξης Ζορμπάς” (1964), ενώ τραγούδια του ερμηνεύτηκαν από διάσημους καλλιτέχνες, όπως οι Beatles, η Σίρλεϊ Μπάσεϊ, η Εντίθ Πιάφ και οι πιο σύγχρονοι Savage Republic. Επένδυσε μουσικά γνωστές ταινίες, όπως το “Ζ” (1969), που τιμήθηκε με το βραβείο BAFTA πρωτότυπης μουσικής, η “Φαίδρα” (1962), με τραγούδια σε στίχους Νίκου Γκάτσου και “Σέρπικο” (1973), για τη μουσική της οποίας ήταν υποψήφιος για Grammy το 1975 (όπως και για τη μουσική του “Αλέξη Ζορμπά” το 1966).

Μίκης Θεοδωράκης

Μια ζωή γεμάτη αγώνες, πρότυπο του ενεργού πολιτικοποιημένου καλλιτέχνη, ο Μίκης δεν σταμάτησε ποτέ να αγωνίζεται και να αντιτίθεται στο άδικο.

Γεννήθηκε στη Χίο και από την παιδική του ηλικία είχε πάθος με τη μουσική. Έγραψε τις πρώτες του συνθέσεις όταν ήταν δεκατριών ετών.

Η αποστροφή του στην καταπίεση και στο φασισμό συνετέλεσε στην αυθόρμητη στράτευσή του στη μαρξιστική ιδεολογία.

Το 1943, συλλαμβάνεται από τον αρχηγό της ιταλικής αστυνομίας και αφήνεται ελεύθερος χάρη στη μεσολάβηση του πατέρα του.

Συγχρόνως, σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών, δίνει εξετάσεις στο Ωδείο και περνάει κατευθείαν στην πέμπτη τάξη ενώ συμμετέχει και στη Χορωδία Αθηνών. Επίσης, δίνει εξετάσεις και περνά στην Νομική.

Μίκης Θεοδωράκης

Μετά την Απελευθέρωση έλαβε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο του 1945-1949, στη διάρκεια του οποίου συνελήφθη πολλές φορές. Μάλιστα, στις 26 Μαρτίου 1946, στη διάρκεια διαδήλωσης χτυπήθηκε τόσο άγρια από την αστυνομία που θεωρήθηκε νεκρός και μεταφέρθηκε στο νεκροτομείο.

Για πρώτη φορά εξορίσθηκε το 1947 στην Ικαρία και το 1948 μεταφέρθηκε στη Μακρόνησο, όπου πέρασε φριχτά βασανιστήρια.

Είναι από τους λίγους που κατάφεραν να επιζήσουν από την κόλαση αυτή, αν και επί δέκα χρόνια μετά υπέφερε από τον “πυρετό της Μακρονήσου”, συνέπεια των βασανιστηρίων και των κακουχιών.

Μίκης Θεοδωράκης

Η στέρηση της ελευθερίας, οι κακουχίες, η βία και ο φόβος του μαρτυρίου και του θανάτου αναδιαμόρφωσαν τον ψυχικό του κόσμο, του έδωσαν πλούσιο υλικό δημιουργίας. Το ένα έργο έφερνε το άλλο, πάντα σε πολύ στενό και δημιουργικό διάλογο με το πλατύ ελληνικό κοινό. “Εγινα δηλαδή “λαϊκός” – είπε ο ίδιος – με την έννοια της πάνδημης αποδοχής του έργου μου”.

Οι συνεχείς διώξεις του δείχνουν ότι οι εξουσιαστές τον θεωρούσαν επικίνδυνο. Και η επικινδυνότητα μεγάλωνε όσο μεγάλωνε η αποδοχή του μέσα στο λαό και επομένως θα έπρεπε να εξουδετερωθεί. Κι ύστερα ήρθε η χούντα που τον απαγόρευσε ρητά και κατηγορηματικά, τον φυλάκισε και τον εξόρισε. Ετσι, περισσότερα έργα γράφτηκαν σε συνθήκες διωγμών, όπως “Ο Ηλιος και ο Χρόνος” (Γενική Ασφάλεια), “Επιφάνια Αβέρωφ” και “Μυθιστόρημα” (Φυλακές Αβέρωφ), “Κατάσταση Πολιορκίας”, “Τραγούδια του Αντρέα”, “Νύχτα θανάτου”, “Τα Λαϊκά” (Βραχάτι – κατ’ οίκον περιορισμός), “Δέκα Αρκαδίες” και ανάμεσά τους το “Πνευματικό Εμβατήριο” του Αγγελου Σικελιανού (εξορία – Ζάτουνα), “Raven” και “Τραγούδια του Αγώνα” (στρατόπεδο Ωρωπού), “Canto General” και “Μπαλάντες”, “Επιτάφιος” (εξόριστος στο Παρίσι).

Το 1954 σπουδάζει μουσική ανάλυση και διεύθυνση ορχήστρας στο Παρίσι. Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Σοστακόβιτς για το έργο του Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα. Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου.

Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. Το Σεπτέμβρη του ίδιου έτους ηχογραφείται για πρώτη φορά ο Επιτάφιος, του Γιάννη Ρίτσου, με τη Νανά Μούσχουρη σε ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας Μάνου Χατζιδάκι, έργο που σημαδεύει την αναγέννηση της ελληνικής μουσικής.

Μίκης Θεοδωράκης & Γιάννης Ρίτσος

Την ίδια χρονιά αρχίζει και, σχεδόν, τελειώνει το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη, η πρώτη εκτέλεση του οποίου έγινε το 1964.

“Αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, ένα μνημείο της σύγχρονης ελληνικής τέχνης. Ακόμα πιο πολύ ο βαθύτατος ελλαδισμός του, το φέρνει στην πρώτη γραμμή του αγώνα του λαού μας για την ολοκλήρωσή του”, είχε πει για το Άξιον Εστί.

Το 1960, επίσης, γράφει τη μουσική για τα Επιφάνεια, σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη. Ιδρύει την Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες στη χώρα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τη συμφωνική μουσική.

Το 1963 μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ιδρύεται η “Νεολαία Λαμπράκη”, της οποίας εκλέγεται Πρόεδρος. Εκλέγεται στο Κοινοβούλιο και μαζί με τους «Λαμπράκηδες» ιδρύει πάνω από διακόσια πολιτιστικά κέντρα στη χώρα του, ενώ συνεχίζει να συνθέτει ακατάπαυστα χρησιμοποιώντας κάποια από τα ωραιότερα κείμενα της ελληνικής λογοτεχνίας του 19ου και 20ου αιώνα.

Το 1964 αποκτά διεθνή αναγνώριση με τη σύνθεση της μουσικής για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, “Αλέξης Ζορμπάς”.

Μίκης Θεοδωράκης

Στα χρόνια της χούντας του 1967 περνάει στην αντίσταση, συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Ακολουθούν φυλακίσεις κατ’ οίκον περιορισμοί και εκτοπίσεις. Καταλήγει στις φυλακές Ωρωπού όπου η υγεία του επιδεινώνεται. Μετά από μια θύελλα διαμαρτυριών και τη δημιουργία επιτροπών από διεθνείς προσωπικότητες που ζητούν την απελευθέρωσή του αποφυλακίζεται τον Απρίλη του 1970 και φεύγει για το Παρίσι.

Πραγματοποιεί περιοδείες σ’ολόκληρο τον κόσμο και χιλιάδες συναυλίες αφιερωμένες στην αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, τον καθιστούν ζωντανό σύμβολο της αντίστασης ενάντια στην δικτατορία.

Στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης εκλέχθηκε 2 φορές βουλευτής (1981 και 1985) με το ΚΚΕ και το 1990 συνεργάστηκε και εκλέχτηκε βουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία.

Δέχτηκε πυρά από όλο το πολιτικό φάσμα για τις μουσικές του καινοτομίες, την πολιτική του δράση, αλλά και τις δημόσιες παρεμβάσεις του. Ωστόσο, διατηρούσε πάντα το θάρρος της γνώμης του και έδινε προτεραιότητα στην ιδιότητα του πολίτη, δηλώνοντας: “Η εθνική ενότητα, όπως ασφαλώς γνωρίζετε, υπήρξε ανέκαθεν η μεγάλη ουτοπία της ζωής μου… Έθεσα την ιδιότητα του Πολίτη πάνω από εκείνη του Καλλιτέχνη, μιας και τα δραματικά γεγονότα δεν μου επέτρεπαν να είμαι ένας απλός παρατηρητής και, ως πολίτης, θεώρησα πρώτο μου καθήκον την ανάμιξή μου στα κοινά”.

Μίκης Θεοδωράκης

Η ακτιβιστική του δράση και ο αγώνας του για την προάσπιση της ειρήνης, της δημοκρατίας και της ελευθερίας δε σταμάτησαν ποτέ.

Είχε πρωτοστατήσει στην παγκόσμια κινητοποίηση για την αποφυλάκιση του Νέλσον Μαντέλα. Το 1983, τιμήθηκε με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.

Ηγήθηκε, επίσης, διαφόρων επιτροπών για την ελληνοτουρκική φιλία και έδωσε αρκετές συναυλίες στη γειτονική χώρα.

Το 2000, οι Γερμανοί, στο Μόναχο, τον τίμησαν ως άνθρωπο – σύμβολο για την Αντίσταση, τον Ανθρωπισμό και την Ισότητα, ενώ προτάθηκε επίσημα για το Νόμπελ Ειρήνης.

Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει γράψει πάνω από 1.000 τραγούδια, πολλά συμφωνικά έργα, καντάτες και ορατόρια, μουσική για δεκάδες θεατρικά έργα και τραγωδίες, όπερες και μουσική για τον κινηματογράφο.

Μέχρι τους τελευταίους μήνες της ζωής του, όσο του επέτρεπε η υγεία του, συνέχισε να εργάζεται και να κάνει συναυλίες, υπέρ κοινωνικών και πολιτικών σκοπών, ενώ συχνά παρενέβαινε στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Ο Ήλιος της Δικαιοσύνης “έδυσε” αλλά δεν πρόκειται να “σβήσει” ποτέ…


Πείτε μας την άποψη σας

Αφήστε το σχόλιο σας

Το Ε-mail σας δεν θα δημοσιευθεί.



Τώρα παίζει

Title

Artist

Background