“Ο Μεγάλος Δικτάτωρ” του Τσάρλι Τσάπλιν απέναντι στον φασισμό
Από Εύη Αλεξίου Στις 24 Οκτωβρίου, 2019
Ο κινηματογράφος στέκεται απέναντι στον φασισμό και ο “Σαρλό” στο όνομα της Δημοκρατίας δίνει τη δική του απάντηση στη ναζιστική Γερμανία
Ο Τσάρλι Τσάπλιν παραμένει μέσα από το σπουδαίο έργο του, επίκαιρος και διαχρονικός. Στην ταινία “Ο Μεγάλος Δικτάτωρ”, καταλήγει στην χαρακτηριστική παρότρυνση: “Στο όνομα της Δημοκρατίας, ας ενωθούμε!!”. Ο κινηματογράφος στέκεται απέναντι στον φασισμό και ο “Σαρλό”, στην πρώτη του ομιλούσα δημιουργία, μας χαρίζει ένα διαχρονικό μνημείο ανθρωπισμού.
Κατά τη διάρκεια του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου, ένας Eβραίος κουρέας τραυματίστηκε στη μάχη και έμεινε αρκετό καιρό σε ένα νοσοκομείο βετεράνων. Όταν επέστρεψε στην πόλη και το μαγαζί του, συνειδητοποίησε ότι το φανταστικό κράτος της Τομανίας είχε μετατραπεί σε ένα ολοκληρωτικό και αντισημιτικό έθνος, με αρχηγό τον Αντενόιντ Χίνκελ. Στη διάρκεια μια επίθεσης στο κουρείο του, ο μπαρμπέρης συνάντησε την όμορφη Χάνα και χωρίς να το καταλάβει έγινε ο ηγέτης της αντίστασης που αναπτυσσόταν στην περιοχή. Εξαιτίας όμως της εξαιρετικής ομοιότητας του κουρέα με τον Χίνκελ, οι δυνάμεις της Τομανίας τον μπέρδεψαν για τον δικτάτορα. Ο κουρέας πρέπει λοιπόν να απονείμει δικαιοσύνη, αλλά και να κατακτήσει τη γειτονική χώρα Ότσερλιχ για να γίνει Παγκόσμιος Αυτοκράτορας….
Το κλασικό, πλέον, έργο του Τσάρλι Τσάπλιν αποτέλεσε μια καυστική πολιτική σάτιρα για το ναζιστικό καθεστώς του Αδόφλου Χίτλερ, όσο και για τον φασισμό του Μπενίτο Μουσολίνι.
Η ιδέα της ταινίας ήρθε όταν ένας φίλος του Τσάπλιν του είπε περιπαικτικά ότι η εμφάνισή του παρέπεμπε σε αυτή του Φύρερ. Υπήρξε η πρώτη ομιλούσα ταινία του “Σαρλό” και η παραγωγή της ξεκίνησε το 1937, όταν το ναζιστικό όραμα του Χίτλερ δεν είχε γιγαντωθεί ακόμη και πολλοί πίστευαν ότι δεν αποτελούσε απειλή για την ανθρωπότητα. Τα πράγματα άλλαξαν όμως τα επόμενα δύο χρόνια, όταν έγιναν και τα γυρίσματα της ταινίας. Ο Τσάπλιν είχε παρακολουθήσει την ταινία της Λένι Ρίφενσταλ, “Ο θρίαμβος της Θέλησης”, κορυφαίο έργο της ναζιστικής προπαγάνδας όταν η Γερμανία είχε εισβάλλει στη Γαλλία. Τα δύο αυτά γεγονότα επηρέασαν τον Τσάπλιν να αλλάξει το τέλος της ταινίας με τον αξέχαστο μονόλογο και την κατακραυγή στα ολοκληρωτικά καθεστώτα με όπλο τη σάτυρα.
Η πρώτη προβολή της ταινίας πραγματοποιήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1940 και προτάθηκε για Όσκαρ, μεταξύ των οποίων καλύτερης ταινίας, σεναρίου και α΄ανδρικού ρόλου. Ο Χίτλερ, ο Μουσολίνι και ο Φράνκο απαγόρευσαν την προβολή της ταινίας στις χώρες τους, αλλά και στα κατεχόμενα κράτη. Ωστόσο, ο Φύρερ, παράγγειλε κρυφά ένα αντίγραφο της ταινίας από την Πορτογαλία. Αργότερα ο Τσάπλιν είχε δηλώσει πως: “αν γνώριζα την πραγματική θηριωδία των Γερμανών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ίσως να μην έκανα ποτέ τον “Μεγάλο Δικτάτορα”, δεν θα έσπαγα ποτέ πλάκα με την ανθρωποκτόνο παραφροσύνη των Ναζί”.
Η υδρόγειος μπαλόνι, ο επίκαιρος μονόλογος ο “Μεγάλος Δικτάτωρ” και το ανθρωπιστικό του μήνυμα για ανθρωπιά και αντίσταση έχουν μείνει στην ανθολογία του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Η ταινία έχει συμπεριληφθεί στην Αμερικανική Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου και θεωρείται μία από τις καλύτερες ταινίες που έχουν γυριστεί παγκοσμίως.
Η σκηνή που ο κουρέας/αυτοκράτορας της Τομανίας παίζει με μια υδρόγειο σφαίρα είναι πανέμορφη και ταυτόχρονα τραγική. Ο Τσάπλιν κινείται μαζί με τη σφαίρα με μια εξαιρετική αρμονία. Με κινήσεις που θυμίζουν μπαλέτο, διασκεδάζει με το μεγάλο μπαλόνι. Το μήνυμα είναι σαφές. Όπως παίζει με το μπαλόνι για ευχαρίστηση, έτσι διασκεδάζει με όλο τον πλανήτη που πληρώνει το κόστος της μεγαλομανίας. Το μπαλόνι που σκάει και καταστρέφεται είναι ο κόσμος του Δικτάτορα……
Αυτό, που έμεινε χαραγμένο, ωστόσο, ήταν ο “πύρινος” λόγος του Τσάπλιν, που είναι και σήμερα επίκαιρος. Στο όνομα της Δημοκρατίας και στη δύναμη των απλών ανθρώπων, καταδίκασε όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα και εμμέσως έδωσε τη δική του απάντηση στη ναζιστική Γερμανία….
“Λυπάμαι, αλλά δεν θέλω να γίνω αυτοκράτορας. Δεν είναι δική μου υπόθεση. Δεν θέλω ούτε να βασιλέψω, ούτε να κατακτήσω κανέναν. Θα ήθελα να βοηθήσω όλο τον κόσμο, αν μπορούσα. Εβραίους, χριστιανούς, μαύρους, λευκούς. Όλοι επιθυμούμε την αλληλεγγύη, αυτή είναι η φύση των ανθρώπων. Να ζούμε με την ευτυχία των άλλων, και όχι με τη δυστυχία τους. Δεν θέλουμε ούτε να μισούμε, ούτε να περιφρονούμε.
Στον κόσμο αυτόν υπάρχει χώρος για τον καθένα. Η καλή Γη είναι πλούσια και μπορεί να παρέχει για όλους. Η ζωή μπορεί να είναι ελεύθερη κι ωραία, αλλά χάσαμε αυτό το μονοπάτι. Η πλεονεξία δηλητηρίασε τις ψυχές των ανθρώπων, ανύψωσε τους φραγμούς του μίσους, μας καταδίκασε στη δυστυχία και στη σφαγή. Ορίσαμε την ταχύτητα, αλλά κλειστήκαμε στον εαυτό μας. Η εκμηχάνιση προσφέρει αφθονία αλλά μας έχει αφήσει σε ένδεια. Η επιστήμη μας έκανε κυνικούς, η ευφυΐα μας, σκληρούς και άξεστους. Σκεφτόμαστε πολύ και αισθανόμαστε ελάχιστα.
Περισσότερο κι από τις μηχανές, χρειαζόμαστε την ανθρωπιά. Πιο πολύ από την επιδεξιότητα, χρειαζόμαστε την καλοσύνη και την ευγένεια. Χωρίς αυτές τις αρετές, η βία θα κυριαρχήσει στη ζωή και όλα θα χαθούν. Το αεροπλάνο και το ραδιόφωνο μας έφεραν πιο κοντά. Η ίδια η φύση αυτών των εφευρέσεων διαλαλεί την καλοσύνη των ανθρώπων. Διαλαλεί την παγκόσμια αδελφοσύνη, την ενότητα όλων μας.
Ακόμα κι αυτή τη στιγμή, η φωνή μου φτάνει στα αυτιά εκατομμυρίων ανθρώπων, απελπισμένων γυναικών, παιδιών, που είναι θύματα ενός συστήματος που ξέρει μόνο να βασανίζει και να φυλακίζει αθώους ανθρώπους. Σε αυτούς που με ακούνε, λέω: Μην απελπίζεστε. Η τωρινή μας δυστυχία δεν είναι παρά το πέρασμα της πλεονεξίας και της σκληρότητας εκείνων που φοβούνται την πρόοδο του ανθρώπου.
Το μίσος των ανθρώπων θα περάσει και οι δικτάτορες πεθαίνουν!! Και η δύναμη που αφαίρεσαν από το λαό θα επιστρέψει σε αυτόν ξανά. Όσο οι άνθρωποι πεθαίνουν, η ελευθερία δεν θα αφανιστεί ποτέ!!”