Το Yellow προτείνει: “La Vita e Bella” (Η Ζωή είναι Ωραία), το αριστούργημα του Ρομπέρτο Μπενίνι
Από Εύη Αλεξίου Στις 7 Απριλίου, 2025
Ο Ρομπέρτο Μπενίνι δε φτιάχνει μια ιστορική ταινία για το Ολοκαύτωμα, αλλά μια συμβολική ταινία για την αξία του να παλεύεις για την ομορφιά της ζωής με όπλο την αγάπη…
Στο αριστούργημα του, “La Vita e Bella” (Η Ζωή είναι Ωραία), ο Ιταλός Ρομπέρτο Μπενίνι το 1997, με μια φαεινή ιδέα ανατρέπει τον τρόμο του ναζιστικού καθεστώτος, αντικαθιστώντας την απελπισία με την ελπίδα. Η ταινία στέκεται απέναντι στον παραλογισμό του πολέμου και του μίσους που καταστρέφει ό,τι όμορφο δημιουργεί ο άνθρωπος. Παίρνει το πιο σκληρό θέμα της σύγχρονης ιστορίας και μέσα από αυτό προσφέρει μια γλυκόπικρη εμπειρία ψυχής, σκιαγραφεί την ομορφιά της ζωής και τη βαρβαρότητα του μίσους όπως εκφράστηκε στο ναζιστικό όραμα.

Ένας σπαρακτικός ύμνος στην ελπίδα για ζωή, στην άνευ όρων αγάπη, στη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός βιβλιοπώλη, ιταλικής – εβραϊκής καταγωγής, του Γκουίντο, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Καταφθάνει σε μια μικρή πόλη της φασιστικής Ιταλίας για να πιάσει δουλειά ως σερβιτόρος στο ξενοδοχείο όπου εργάζεται ο θείος του. Εκεί θα γνωρίσει την Ντόρα, μια ιταλίδα αριστοκράτισσα που είναι αρραβωνιασμένη με έναν ευγενή της Υψηλής Κοινωνίας. Ο Γκουίντο γοητεύει την καταπιεσμένη Ντόρα με τα καμώματά του και την οδηγεί να αποτινάξει τα δεσμά του μικροαστισμού της, ακολουθώντας τον δρόμο της καρδιάς της. Ερωτεύονται παράφορα και παρά τις αντιρρήσεις της οικογένειάς της, αυτή αποφασίζει να τον παντρευτεί και κλέβονται για να ζήσουν μαζί. Η συνθηκολόγηση της Ιταλίας κι η γερμανική επέμβαση, τους βρίσκει παντρεμένους κι ευτυχισμένους γονείς ενός χαριτωμένου αγοριού, του Τζόσουε, ενώ ο Γκουίντο διατηρεί ένα γραφικό βιβλιοπωλείο.

H γερμανική απειλή δεν αργεί να φτάσει στο κατώφλι τους. Ο Γκουίντο, ο γιος του και ο θείος του, μεταφέρονται από τους γερμανούς σε ένα από τα ναζιστικά στρατόπεδα. Η Ντόρα παρακαλεί τους γερμανούς στρατιώτες να την αφήσουν να βρίσκεται με τον άντρα και το παιδί της, όμως επειδή είναι γνήσια Ιταλίδα, δεν της το επιτρέπουν. Η οικογένεια θα χωριστεί με τον πιο απάνθρωπο τρόπο, σε εκείνο το τρομερό θέατρο των σκληρών παραλογισμών που είναι ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Τα πράγματα δυσκολεύουν μέσα στο στρατόπεδο, όμως ο Γκουίντο αποφασίζει να δημιουργήσει ένα απίστευτο παιχνίδι φαντασίας, για να κάνει την ελπίδα να επιβιώσει στην καρδιά του μικρού, ώστε το παιδί του να μην καταλάβει που βρίσκονται και για ποιο σκοπό. Στηριζόμενος στη φαντασία του και την απέραντη αγάπη του, θα μπορέσει να παραπλανήσει τα αθώα μάτια του γιου του, κρύβοντας από την παιδική του ψυχή την πιο ανείπωτη φρίκη που μπόρεσαν ποτέ να δημιουργήσουν τα ανθρώπινα όντα.
Θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να διατηρήσει ανέπαφη την αθωότητα του γιου του, κάνοντάς τον να περάσει μέσα από τη φρίκη της ζωής του στρατοπέδου σαν μέσα από ένα παιχνίδι του οποίου το στοίχημα είναι να κερδίσει ένα τανκ. Το χιούμορ δεν λείπει ούτε από αυτή τη γκρίζα πλευρά της ιστορίας, αλλά, αυτή τη φορά, συνδέεται μόνο με τις στιγμές που ο Γκουίντο «μεταφράζει» στον γιο του τη σκληρή πραγματικότητα του στρατοπέδου με τη μορφή κανόνων και σταδίων ενός παιχνιδιού στο οποίο όλοι διασκεδάζουν.

Έτσι, του υπαγορεύει τους κανόνες του παιχνιδιού: αν κλάψει, παραπονεθεί, ζητήσει τη μαμά του ή αρχίζει να πεινάει, χάνει. Παράλληλα, του εξηγεί ότι οι γερμανοί φύλακες είναι οι κακοί χαρακτήρες του παιχνιδιού. Το βραβείο του νικητή: ένα γερμανικό τανκ!
Ο Γκουίντο μεταφράζει ακόμα και τις οδηγίες και τις απειλές ενός Γερμανού αξιωματικού (αν και δεν καταλάβαινε καθόλου γερμανικά) μόνο για να πείσει το γιο του ότι όλα είναι μέρος ενός καλά οργανωμένου παιχνιδιού στο οποίο συμμετέχουν όλοι στο στρατόπεδο. Εφευρετικός μέχρι το τέλος, κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί ώστε ο μικρός να μην σημαδευτεί από τη σκληρότητα της κατάστασης.
Παρ’όλα αυτά, το μικρό παιδί χάνει σιγά σιγά την υπομονή του, όμως η καταπληκτική ερμηνεία του πατέρα του τον πείθει ότι βρίσκεται λίγους πόντους πριν τη νίκη και έτσι ακολουθεί τις οδηγίες του μέχρι το τέλος.

Είναι γνωστή η προοδευτική ματιά του Μπενίνι στα πράγματα, καθώς κι η σκωπτική του διάθεση απέναντι στη μεγαλοαστική τάξη της χώρας του, στον φασισμό και τη σοβαροφανή τυπολατρεία, χαρίζοντας εκπληκτικές στιγμές σα διάδοχος ενός Σαρλό!
Η επανάσταση του είναι ο έρωτας που διακατέχει την ύπαρξή του όχι μόνο ως πόθος για μια γυναίκα την Pringipessa, αλλά ως λαχτάρα για τη βίωση της αγάπης, της αυτοθυσίας ως το τέλος…