“Paris, Texas”, η ταινία αριστούργημα του Wim Wenders (video)
Από TivoliRadio.gr Στις 19 Φεβρουαρίου, 2021
Μια βαθιά εσωτερική οδύσσεια η οποία περιγράφει την ατέρμονη αναζήτηση του σύγχρονου ανθρώπου για επικοινωνία, μια ταινία ευφυΐας, ομορφιάς και ποίησης.
Το “Paris, Texas” είναι μια στοιχειωμένη προσωπική ιστορία, ένα από τα ωραιότερα, πιο μελαγχολικά Road Movies όλων των εποχών, μία κλασική ταινία που το 1984 καθιέρωσε το σκηνοθέτη της Wim Wenders και του χάρισε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Κανών.
Βασίζεται στο σενάριο του βραβευμένου με Πούλιτζερ Σαμ Σέπαρντ και αφηγείται την ιστορία του Τράβις (Harry Dean Stanton), ενός άνδρα που περιπλανιέται από το Μεξικό προς το Τέξας μέσα στην ανυπόφορη ζέστη του “Big Bend”. Περπατάει στην έρημο σαν μια βιβλική φιγούρα, ένας μετανοημένος που έχει παραιτηθεί από τον κόσμο. Φορά τζιν και καπέλο του μπέιζμπολ, το παγκόσμιο κοστούμι της Αμερικής, αλλά η απεριποίητη γενειάδα, οι βαθιές ρυτίδες των ματιών και ο ακούραστος ρυθμός του βήματος μιλάνε για μια ιστορία περιπλάνησης. Είναι εντελώς αμίλητος ενώ φαίνεται επίσης ότι έχει χάσει και σε μεγάλο βαθμό τη μνήμη του. Το μόνο που θυμάται είναι μια κουκίδα στο χάρτη που γράφει “Παρίσι”.
Βρίσκεται λιπόθυμος στη μέση του πουθενά και ο αδελφός του Γουόλτ (Dean Stockwell), ο οποίος τον θεωρούσε νεκρό τα τελευταία τέσσερα χρόνια της απουσίας του, επιστρατεύεται να τον γυρίσει πίσω στο σπίτι. Εκεί μαζί με τη γυναίκα του Αν (Aurore Clément) ζει και ο μικρός γιος του Τράβις, ο επτάχρονος Χάντερ (Hunter Carson) που έχει να δει τον πραγματικό του πατέρα από μωρό. Επιστρέφει στο σπίτι κι ο Γουόλτ προσπαθεί να τον βοηθήσει να ανασυντάξει τη μνήμη του και να ανατρέξει πίσω στη ζωή που άφησε όταν εγκατέλειψε τη γυναίκα του Τζέιν (Nastassja Kinski) και το γιο του τέσσερα χρόνια πριν.
Καθώς η μνήμη του επανέρχεται σταδιακά, προσπαθεί να έρθει ξανά σε επαφή και να αποκαταστήσει τις σχέσεις με την οικογένεια και το γιο του θεραπεύοντας την διαλυμένη του ζωή αλλά και να επουλώσει τις πληγές που προκάλεσε στους αγαπημένους του ανθρώπους. Αρνείται να εξηγήσει γιατί είχε φύγει όλα αυτά τα χρόνια και αποφασίζει, μαζί πλέον με τον μικρό Χάντερ, να αναζητήσει τη νεαρή σύζυγο του Τζέιν. Δεν γνωρίζουν τίποτα γι’ αυτήν, εκτός από το ότι ζει στο Χιούστον…
Ο Τράβις ψάχνει την υπαρξιακή του ταυτότητα σε έναν κόσμο απομόνωσης, μοναξιάς και αλλοτρίωσης, ο οποίος ορίζεται από ένα αχανές τοπίο κατοικημένο από σιδηροδρομικές γραμμές, μοτέλ, νέον επιγραφές, σκουριασμένες κατασκευές από σίδερο, γκραφίτι, παλιές διαφημιστικές πινακίδες και ατέλειωτους αυτοκινητόδρομους.
Κουβαλάει πάνω του τη μελαγχολία ενός αμερικανικού ονείρου που δεν θα βγει ποτέ αληθινό.
Δεν είναι τρελός, απλώς χάνεται στη θλίψη, απελπισμένος με τον τρόπο που ο γάμος του ήταν χαρούμενος για λίγο και στη συνέχεια καταστράφηκε από τη δική του ανασφάλεια και ζήλια. Εγκαταλείπει ότι αγαπούσε και του έδινε ζωή.
Όταν ο πόνος δεν έχει περάσει τα όρια της ανοχής, μπορείς να ζεις με τους άλλους ανθρώπους, μπορείς να ζεις μέσα στις πόλεις τους, μπορείς να ξέρεις διαρκώς πού είσαι, ποιος είσαι, τι μέρα είναι, ποια είναι η επικαιρότητα, να βιώνεις την καθημερινή ρουτίνα. Όταν όμως δεν αντέχεις άλλο, όταν ούτε το ποτό δεν μπορεί πια να σε κρύψει από τον ίδιο σου τον εαυτό, όταν ξυπνάς και καίγεσαι κυριολεκτικά, τότε αρχίζεις να τρέχεις χωρίς σταματημό, μέχρι να βρεθείς κάπου χωρίς γλώσσα και οδούς.
Είναι αβάσταχτο για δύο ανθρώπους να ζουν μαζί και να κλειδώσει η αλήθεια του ενός με την αλήθεια του άλλου, τότε στέκονται απέναντι και πονούν. Ενώ αν περπατάς μόνος σου στο πουθενά και δεν μιλάς, δεν υπάρχει πόνος, δεν υπάρχει παρεξήγηση, υπάρχει μόνο η σιωπή και το άδειο μυαλό.
“I knew these people, these two people”… θα πει ο Τράβις μιλώντας σε 3ο πρόσωπο γι’αυτόν και τη Τζέιν. Γιατί η αγάπη ξεθωριάζει, γιατί δεν διαρκεί; Γιατί να μην μπορούν να είναι δύο άνθρωποι αγαπημένοι; Άλλοτε επειδή δεν αγαπήθηκαν στα αλήθεια ποτέ, άλλοτε επειδή αγαπήθηκαν και με τα χρόνια αυτό εξέπεσε, άλλοτε πάλι επειδή αγαπήθηκαν υπερβολικά, άλλοτε επειδή ο εγωισμός τους, τα πάθη και η ανασφάλεια ήταν μεγαλύτερα από την ίδια την αγάπη.
Άλλωστε όπως θα εξομολογηθεί σε εκείνη την τελευταία συγκλονιστική ώρα του “Παρίσι, Τέξας”, η ιστορία που βλέπουμε έχει για ήρωες έναν άντρα και μια γυναίκα που ήταν τόσο ερωτευμένοι ώστε έκαναν ακόμη και το παραμικρό να μοιάζει με την μεγαλύτερη περιπέτεια στον κόσμο.
Η ταινία δεν έχει κανένα από τα τεχνάσματα που χρησιμοποιούνται για να ανεβάσουν το συναίσθημα και να προσθέσουν ενδιαφέρον για την ιστορία, γιατί δεν τα χρειάζεται. Γοητεύει από τη θλίψη της δικής της αλήθειας. Από τη μουσική του Ry Cooder ως τη μαγική φωτογραφία του Roddy Muller και το σενάριο του Sam Shepard, που είναι θεατρικός συγγραφέας της αποξένωσης και οργής, ο Wim Wenders ενορχηστρώνει εκπληκτικά ένα έργο που μας στοιχειώνει για πάντα.
Το “Παρίσι, Τέξας” είναι βαθιά συγκινητικό, όχι μόνο επειδή το διατρέχει μια συνειδητή απόφαση πως ακόμη και μέσα στην απόλυτη καταστροφή υπάρχει κάποιος που πρέπει να σωθεί, αλλά κυρίως γιατί μέσα στην ερημιά του κατοικούν άνθρωποι χαμένοι που ψάχνουν ο ένας τον άλλον στα πιο αναπάντεχα μέρη.