“Joker” του Todd Phillips: Το γέλιο ως σπαραγμός
Από Εύη Αλεξίου Στις 15 Οκτωβρίου, 2019
Το “Joker” θα καταγραφεί σίγουρα στη συλλογική μνήμη και ως το έργο που αντέστρεψε τη λειτουργία του γέλιου
Η ταινία “Joker” του Todd Phillips είναι μια πολιτική ταινία με στοιχεία ψυχολογικού – κοινωνικού δράματος. Είναι μια ταινία αναφορά στους απόκληρους της κοινωνίας, τους πολιτικά αδιάφορους, τα “σκουπίδια” του περιθωρίου, στους πάσης φύσεως καταπιεσμένους, οι οποίοι, αν και ζουν στο κοινωνικό υπογάστριο, πολλοί από αυτούς έχουν την ψευδαίσθηση ότι με κάποιο τρόπο κινούν τα νήματα του κόσμου.
Το θέμα δεν είναι, ούτε πρωτότυπο, ούτε άγνωστο στον μέσο θεατή. Η δραματοποίηση του μάλιστα, γίνεται με πολλές κινηματογραφικές ευκολίες, όπως τα απανωτά γκρο πλαν, μελοδραματικά ολισθήματα, εύληπτες προσλήψεις των μηνυμάτων του, εύκολους συμβολισμούς, ολοφάνερες αναφορές στη σύγχρονη αμερικανική και γενικότερα δυτική πραγματικότητα, με σχεδόν αφελείς ερμηνευτικές προσεγγίσεις, όσον αφορά τη μεταλλαγή του Άρθουρ Φλεκ, του πρωταγωνιστή της ιστορίας, σε Τζόκερ, δηλαδή σε έναν ψυχικά διαταραγμένο, αλλά απολύτως συνεπή για τις πράξεις του κατά συρροήν δολοφόνο.
Ο Todd Philips δημιούργησε μια “αντισυστημική” ταινία με ευθείες παραπομπές στο μέλλον, μια ταινία προάγγελο της αναμενόμενης (κάποια στιγμή) επανάστασης των κατατρεγμένων, των αποκλεισμένων από τα προνόμια της άνετης, εφησυχασμένης ζωής, από τα αγαθά του υλικού ευδαιμονισμού.
Ο πρωταγωνιστής της Άρθουρ, ο οποίος βρίσκει στην πλαστικότητα του προσώπου και του σώματος του Joaquin Phoenix την άψογη ερμηνεία, ενσαρκώνει όλους εκείνους τους ψυχικά και σωματικά κακοποιημένους ή καταπονημένους από το σύστημα, δηλαδή από ένα συγκεκριμένο πλέγμα πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας, βουτηγμένο στο ψέμα και στην υποκρισία, στη διαφθορά, στον ρατσισμό, στην αναλγησία για τους ανθρώπους που υποφέρουν από την ανεργία, την κάθε μορφής βία, την καταπίεση που επιτρέπει να ασκείται στη ζούγκλα των μεγαλουπόλεων και κατασπαράζει ψυχές και συνειδήσεις.
Η κακοποίηση που έχει υποστεί στα παιδικά του χρόνια, το ψέμα μέσα στο οποίο έχει μεγαλώσει και αφορά τη σχέση του με τη μητέρα του και την υποτιθέμενη συγγένειά του με τον υποψήφιο δήμαρχο της Γκόθαμ (Νέας Υόρκης) μεταθέτει το δράμα του στο οικογενειακό επίπεδο, το οποίο όμως λειτουργεί αλληγορικά και αντικαθρεφτίζει τη ζοφερή πραγματικότητα των μεγαλουπόλεων του δυτικού κόσμου, που χαρακτηρίζεται από την περιθωριοποίηση, τη βία και την κάθε είδους εκμετάλλευση.
Τα ψέματα της μητέρας του (ως αρχέτυπου μιας καταπιεστικής εξουσίας) είναι τα ψέματα των πολιτικών και των ισχυρών της γης, με σκοπό να τρέφουν την ελπίδα στους υποτελείς τους για έναν “πατέρα – σωτήρα” για μια μεσσιανική λύση του δράματος, το οποίο βιώνουν.
Το ξέσπασμα της βίας έρχεται ως φυσικό επακόλουθο, ως άμεση κατάφαση στο εύλογο ερώτημα που πλανάται από την αρχή, αλλά είναι τόσο σοκαριστικά εύληπτο, που τελικά προκαλεί μάλλον μια ανακούφιση στον θεατή, παρά μια φυσιολογική αντίδραση στο συνειδησιακό και ηθικό του πεδίο.
Ο Άρθουρ ξυπνά τα σκοτεινά ένστικτα όχι μόνον των κατατρεγμένων και απελπισμένων στις σύγχρονες κοινωνίες των δυτικών μεγαλουπόλεων, αλλά κυρίως των εφησυχασμένων. Οι συμβολισμοί γίνονται το ερμηνευτικό υπόβαθρο από την αρχή, αλλά σταδιακά μετατρέπονται σε σουβλερά καρφιά που τρυπούν τη φούσκα του μικρόκοσμου, μέσα στον οποίο μεγαλώνει και αναγκάζεται να ζήσει ο σύγχρονος κάτοικος του δυτικού κόσμου.
Η πρόσληψη της ταινίας από τον θεατή είναι διττή: όσοι έχουν βιώσει ή βιώνουν την κακομεταχείριση, τον σχολικό, εργασιακό ή κοινωνικό εκφοβισμό, βρίσκουν στον Άρθουρ μια φαντασιακή δικαίωση. Όσοι πάλι είναι εφησυχασμένοι και προσλαμβάνουν τα μηνύματα και τους συμβολισμούς ως αδιάφορες νύξεις για τον εύθραυστο μικρόκοσμό τους, αισθάνονται την ανασφάλεια να κατακλύζει υποδόρια τη συνείδηση και την ηθική τους.
Η Μαμά-Αμερική καταπιέζει τα παιδιά της, τα κακοποιεί ποικιλοτρόπως, αλλά τα μεγαλώνει με την απαίτηση να είναι χαμογελαστά και αισιόδοξα και να βλέπουν μόνον τη θετική πλευρά της ζωής, καθώς προσμένουν την επιστροφή του Πατέρα-Θεού, για να επουλώσει όλα τα τραύματα μιας ζωής στο περιθώριο.
Το βέβαιο είναι ότι ο “Joker” στοχεύει, τόσο στο θυμικό, όσο και στη λογική του θεατή και πετυχαίνει αναμφίβολα το στόχο του: δημιουργεί ένα ζοφερό κλίμα με όρους ψυχολογικού θρίλερ και γυμνώνει τον χαρακτήρα του μπροστά στα μάτια μας, όχι για να κερδίσει τις πρόσκαιρες εντυπώσεις του θεάματος, αλλά για να χαλάσει τον ύπνο μας. Στήνει μπροστά μας ένα είδωλο του εαυτού μας, είτε ανήκουμε στην πλευρά των “θυμάτων”, είτε στην πλευρά των “θυτών”.
Ο “Joker” είναι μια μικρή βραδυφλεγής βόμβα, την οποία καταπίνουμε σαν εύγευστη καραμέλα στη διάρκεια της προβολής, αλλά εξόχως επικίνδυνη, καθώς είναι ικανή να προκαλέσει αλυσιδωτές πυρηνικές αντιδράσεις και να αλλάξει την οπτική μας για τον κόσμο μας.
Πρόκειται για μια σπουδαία ταινία, όχι μόνο για τα κινηματογραφικά “εργαλεία” της (με κορυφαίο τον συγκλονιστικό πραγματικά Joaquin Phoenix), αλλά κυρίως γιατί μετά το τέλος της προβάλλεται για πολύ καιρό και πολλές φορές μέσα στο μυαλό του θεατή.
Πηγή: parallaximag.gr